ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ Η ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΛΗΨΗΣ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΑΙΩΝ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ

Της Σταύρης Κοσιάρη, ασκ.Δικηγόρου σε Σ.Διονυσίου & Συνεργάτες ΔΕΠΕ

Το θεμελιώδες δικαίωμα κάθε ανθρώπου είναι το δικαίωμα για ζωή. Το δικαίωμα της ζωής κατοχυρώνεται και προστατεύεται συνταγματικά από το άρθρο 7 του Κυπριακού Συντάγματος , το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, η οποία προβλέπει και τρόπο εξαναγκασμού των κρατών μελών, σε σεβασμό του.

Το άρθρο 7 του Συντάγματος της Κύπρου ορίζει ότι: «Έκαστος έχει το δικαίωμα ζωής και σωματικής ακεραιότητας». Η διάταξη αυτή σε συνδυασμό με το άρθρο 35 του Συντάγματος επιβάλλει μια θετική υποχρέωση στο κράτος για προστασία του δικαιώματος ζωής όλων των πολιτών, ανεξαρτήτως οικονομικής κατάστασης, επαγγέλματος, θρησκευτικών πεποιθήσεων κ.λπ.

Η μόνη δεκτή εξαίρεση από τα ως άνω είναι σε περιπτώσεις άμυνας, σε πραγματοποίησης νόμιμης σύλληψης και για την παρεμπόδιση απόδρασης κρατούμενου ή για καταστολή ανταρσίας. Ωστόσο για να είναι δεκτή μια παράβαση του πιο πάνω άρθρου πρέπει να είναι βάσει των περιστάσεων απολύτως αναγκαία και ανάλογη για την πραγματοποίηση του σκοπού για τον όποιο ασκείται και να συνάδει με τον νόμο.

Αντιθέτως, σε  περίπτωση εκτάκτου ανάγκης «ουδεμία επιτρεπτή» παράβαση του δικαιώματος για ζωή επιτρέπεται ακόμα και αν έγινε με το απολύτως αναγκαίο όριο, σύμφωνα με τα όσα ορίζει η παράγραφος 2 του άρθρου 15 της Ευρωπαϊκής  Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Επομένως, σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, αλλά και γενικότερα, το κράτος έχει βάσει Συντάγματος την υποχρέωση να προστατέψει την ζωή των πολιτών του. Είναι υποχρεωμένο, να προβαίνει σε κάθε δυνατή και νόμιμη ενέργεια προκειμένου να διασφαλίσει την προστασία του δικαιώματος για ζωή.

Οι ενέργειες του για να είναι αντάξιες των συνταγματικών του υποχρεώσεων πρέπει να είναι ανάλογες των περιστάσεων και ικανές να παρέχουν στο απόλυτο την προστασία της ζωής, όλων των πολιτών ανεξαιρέτως.

Εν προκειμένω, με αφορμή την παγκόσμια εξάπλωση της πανδημίας του κορωνοϊού, το Κράτος πρέπει να διασφαλίσει το δικαίωμα της υγείας όλων ανεξαιρέτως των πολιτών του, ανεξαρτήτως εθνικών, φυλετικών ή ηλικιακών κριτηρίων. Προς το σκοπό αυτό υποχρεούται να λάβει όλα τα απαραίτητα αναγκαία μέτρα αλλά και να παραλείψει κάθε πράξη που θα αναιρούσε τον πυρήνα του δικαιώματος αυτού.

Τέλος, αξίζει να αναφερθούμε στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην υπόθεση Oneryildiz κατά Τουρκίας (30.11.2004) όπου το δικαστήριο έκρινε ότι το κράτος ήταν υπόχρεο να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία της ζωής των κατοίκων από πραγματική και επικείμενη απειλή την οποία οι Αρχές γνώριζαν ή θα έπρεπε να γνωρίζουν. Επιπλέον έκρινε ότι η ενημέρωση των κατοίκων για τον κίνδυνο δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι ξεπλήρωσε την υποχρέωση του.

Ειδικότερα, ο αιτών, βασιζόμενος στα άρθρα 2, 8 και 13 της ΕΣΔΑ και στο άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου αριθ. 1, υποστήριξε ότι οι εθνικές αρχές ευθύνονται για τους θανάτους των στενών συγγενών του και για την καταστροφή της περιουσίας του ως αποτέλεσμα μιας έκρηξης μεθανίου το 1993 σε ένα αστικό σκουπιδότοπο σε συνοικία της Κων/πολης.

Η έκρηξη μεθανίου προκάλεσε κατολίσθηση κι ένα τεράστιο βουνό αποβλήτων καταπλάκωσε περίπου δέκα κατοικίες παραγκουπόλεων, συμπεριλαμβανομένης κι εκείνης που ανήκε στον αιτούντα. Τριάντα εννέα συνολικά άνθρωποι πέθαναν στο συγκεκριμένο ατύχημα.

Το Δικαστήριο υπογράμμισε, καταρχάς, ότι η προσέγγισή του ως προς την ερμηνεία του άρθρου 2 καθοδηγείται από την ιδέα ότι ο σκοπός της Σύμβασης ως μέσου προστασίας των μεμονωμένων ανθρώπων απαιτούσε οι διατάξεις της να ερμηνεύονται και να εφαρμόζονται με τέτοιο τρόπο προκειμένου να είναι οι εγγυήσεις της πρακτικές και αποτελεσματικές.

Εν προκειμένω, η καταγγελία ενώπιον του Δικαστηρίου ήταν ότι οι εθνικές αρχές δεν έκαναν ό, τι αναμενόταν για να αποτρέψουν τους θανάτους των στενών συγγενών του αιτούντος.

Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο τόνισε ότι το άρθρο 2 δεν αφορούσε μόνο τους θανάτους που προκλήθηκαν από τη χρήση βίας από τους κρατικούς υπαλλήλους, αλλά επίσης προέβλεπε μια θετική υποχρέωση των κρατών να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της ζωής των ατόμων που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους.

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η υποχρέωση αυτή έπρεπε να ερμηνεύεται ως εφαρμογή στο πλαίσιο οποιασδήποτε δραστηριότητας, δημόσιας ή μη, στην οποία μπορεί να διακυβεύεται το δικαίωμα στη ζωή και κατά μείζονα λόγο στην περίπτωση βιομηχανικών δραστηριοτήτων που, λόγω της φύσεώς τους ήταν επικίνδυνες, όπως η λειτουργία χώρων συλλογής αποβλήτων.

Οι τουρκικές αρχές σε πολλά επίπεδα γνώριζαν ότι υπήρχε πραγματικός και άμεσος κίνδυνος για πολλούς ανθρώπους που ζούσαν κοντά στην άκρη των σκουπιδιών της συγκεκριμένης συνοικίας της Κων/πολης. Ως εκ τούτου, είχαν τη θετική υποχρέωση βάσει του άρθρου 2 της Σύμβασης να λάβουν όλα τα προληπτικά επιχειρησιακά μέτρα που ήταν αναγκαία για την προστασία των ατόμων αυτών, ιδίως επειδή ήταν εκείνοι που είχαν ιδρύσει την συγκεκριμένη εγκατάσταση (χωματερή) και επέτρεψαν τη λειτουργία της, γεγονός που προκάλεσε τον εν λόγω κίνδυνο.

Έτσι, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ομόφωνα ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 2 της Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, λόγω της έλλειψης κατάλληλων μέτρων για την πρόληψη του θανάτου εννέα στενών συγγενών του αιτούντος.

Share:

More Posts

Get in Touch

Seeking legal, business or immigration solutions in Cyprus? Contact us for a consultation.

Contact Info